
Σαντορίνη / Ναυτικό Μουσείο


Σαντορίνη - Εκκλησίες
Σαντορίνη - Μουσεία
Λαογραφικό μουσείου Εμ. Λιγνού....
Σαντορίνη - Εκθέσεις
Σαντορίνη - Αρχαιολογικοί Χώροι
Κάστρα, Φρούρια & Πύργοι
Σπάνια ακρόπρωρα, σεντούκια ναυτικών, παλαιός ναυτιλιακός εξοπλισμός, σχέδια και μακέτες, μοντέλα παλαιών και νέων θηραϊκών πλοίων, ακουαρέλες ιστιοφόρων, σπάνιες φωτογραφίες, καθώς και μια βιβλιοθήκη που περιλαμβάνει, εκτός από σπάνια βιβλία, ένα χρονολογικό μητρώο με τη συμβολή του κάθε Θηραίου στην ένδοξη ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού. Η Οία έφτασε στη μέγιστη ακμή της στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η οικονομική της ευημερία βασίστηκε στον ναυτικό στόλο που εμπορευόταν στην Ανατολική Μεσόγειο, από την Αλεξάνδρεια έως τη Ρωσία.
Τα διώροφα καπετανόσπιτα, χτισμένα στα ψηλότερα σημεία του χωριού, παραμένουν πλέον μια υπενθύμιση της πρώην εμπορικής και ναυτικής ευημερίας...
Αρχικά ως πράκτορες και μεσίτες και αργότερα ως ανεξάρτητοι έμποροι και ναυτικοί, οι Έλληνες ναυτεμπόροι εξαπλώθηκαν στην Ανατολική Μεσόγειο, ξεκινώντας κυρίως από τα νησιά του Αιγαίου.
Μετά το ρώσο-τουρκικό πόλεμο (1769-1774), η Ρωσία κατάφερε να επεκταθεί στη Μαύρη Θάλασσα και απέκτησε ιδιαίτερα εμπορικά προνόμια με τη συνθήκη του Cioutsouc Kynartzi (1774) και του Aynali Cavak (1779). Εκείνη την εποχή, δόθηκε η δυνατότητα στα ελληνικά πλοία να εκμεταλλευτούν τα προνόμια της Ρωσίας υψώνοντας τη ρωσική σημαία και να διεισδύσουν στη Νότια Ρωσία και την Ουκρανία.
Έτσι, οι Έλληνες πλοίαρχοι σταδιακά εδραίωσαν τη ναυτική τους θέση, ως επί το πλείστον με την εμπορία γεωργικών προϊόντων (κρασί, σιτάρι, βαμβάκι) και την επένδυση σε ναυτιλιακές εταιρίες και εταιρίες εμπορίου και μεταφορών.
Οι δραστηριότητες αυτές ήταν αρκετά κερδοφόρες και τα κέρδη αυτά πολλαπλασιάστηκαν όταν οι Έλληνες επεκτάθηκαν και στις μεταφορές σιτηρών. Σε σύντομο χρονικό διάστημα οι Έλληνες έμποροι και ναυτικοί, έγιναν ξακουστοί στη Μεσόγειο.
Την παραμονή της Γαλλικής Επανάστασης (1789) αναφέρεται ότι σε Έλληνες πλοίαρχους άνηκαν συνολικά 400 σκάφη. Το 1813, ο αριθμός αυξήθηκε σε 615 σκάφη, εκ των οποίων 32 ανήκαν στους νησιώτες ναυτικούς της Θήρας (8η θέση μεταξύ των υπόλοιπων περιοχών της Ελλάδας). Πιο συγκεκριμένα, τα πλοία της Θήρας είχαν συνολικά χωρητικότητα 2560 τόνων , από το σύνολο των 193.580 τόνων της Ελλάδας, και επάνδρωναν πλήρωμα 480 ατόμων από το σύνολο των 37.528 ατόμων. Ήταν οπλισμένα με 120 κανόνια από το σύνολο των 5.878 κανονιών.
Με την Ελληνική Επανάσταση (1821), το εμπορικό ναυτικό μετατράπηκε σε επαναστατική Ναυτική Δύναμη. Μετά την επανάσταση το μόνο σημαντικό τμήμα της οικονομίας ήταν αυτό της εμπορικής ναυτιλίας και όταν το εμπόριο σίτου κυριάρχησε στις αγορές οι Έλληνες είχαν το μονοπώλιο στη Νότια Ρωσία και τη Μαύρη Θάλασσα.
Γίνεται ακόμη εξαγωγή “Θηραϊκής Γης” (φυσική ποζολάνη) στην Αυστρία, ενώ επιπλέον το νεοσύστατο ελληνικό κράτος προμηθεύεται “Θηραϊκή Γη” για την κατασκευή των λιμανιών και για υδραυλικά έργα. Από την Ευρώπη γίνεται εισαγωγή στο νησί πορσελάνης, ξύλου, ασημικών, υφασμάτων, βαμβακιού, μεταξιού, επίπλων, αρωμάτων, κάποιων ειδών τροφίμων και υλικών.
Λόγω των παραπάνω δραστηριοτήτων οι Θηραίοι ναυτικοί διαθέτουν πλοία μεγάλης χωρητικότητας. Σύμφωνα με τις αναφορές, το 1852 η Θήρα διέθετε 126 πλοία συνολικής χωρητικότητας 1094 τόνων (λιγότερο από 30 τόνους το καθένα) και 74 πλοία συνολικής χωρητικότητας 13.661 τόνων (περισσότερο από 30 τόνους το καθένα).



